Τηγανητή
μελιτζανοσαλάτα της γιαγιάς Άννας
Η γιαγιά μου η Άννα
ήρθε από την Οινόη του Πόντου όταν ήταν
μια νεαρά δεσποινίς. Σπάνια μας έλεγε
ιστορίες από την Πατρίδα. Πιστεύω ότι
μάλλον δεν ήθελε να θυμάται... Πίσω της
άφησε τη ζωή μιας μεσοαστής μοδίστρας
που τελείωσε το δημοτικό σχολείο και ο
δεσπότης ήθελε να την πάρει στο
Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Πρόλαβε
όμως να την πάρει η προσφυγιά. Μετά από
περιπλανήσεις στην Ελλάδα - Πειραιάς,
Ζάκυνθος, Θεσσαλονίκη - βρέθηκε αγρότισσα
σ΄ ένα χωριό των Σερρών. Η άλλη μου
γιαγιά, που ήταν τότε παιδί, μας έλεγε
ότι ήταν μια εντυπωσιακή φιγούρα με
παράξενα ρούχα, παπούτσια με λεπτό
τακούνι και καπέλο. Κάποια στιγμή ρώτησα
τη γιαγιά Άννα τι έκανε τα ρούχα που
είχε φέρει μαζί της από την Πατρίδα. «Τα
έκαψα στο καζάνι, τι να τα έκανα εδώ;»
μου είπε, εννοώντας ότι τα έκαψε με τα
ξύλα που άναβε κάτω από το καζάνι για
να ζεστάνει νερό και να πλύνει τα ρούχα.